Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Βιβλιοπαρουσιάσεις...





Δον Κιχώτης





Ο Δον Κιχώτης , με πλήρη τίτλο El ingenioso hidalgo Don Quijote de la Mancha Ο ευφάνταστος ευπατρίδης Δον Κιχώτης της Μάντσας») είναι κλασικό έργο  λογοτεχνίας,   το οποίο εκδόθηκε σε δυο μέρη, το1605 και το 1615. Είναι ένα από τα μυθιστορήματα που επηρέασαν σημαντικά την ισπανική λογοτεχνία και ένα από τα πιο εμπνευσμένα έργα της νεότερης δυτικής λογοτεχνίας. Το έργο περιγράφει τις περιπέτειες του πρωταγωνιστή Αλόνσο Κιχάνο, ενός απλού αγρότη ο οποίος έχοντας διαβάσει πολλά βιβλία για τον ιπποτισμό, πιστεύει ότι είναι ιππότης και παίρνει το όνομα Δον Κιχώτης. Στα βιβλία δεν αναγράφεται επακριβώς η τοποθεσία της κατοικίας του, αλλά μας λέει πως ζει μαζί με την ανηψιά του και την οικονόμο του σπιτιού του. Ξεκινάει τα ταξίδια και τις περιπέτειες του μόνος, μαζί με το κοκαλιάρικο άλογο του που το ονομάζει Ροσινάντε φορώντας μια παλιά μεταλλική πολεμική στολή που βρήκε. Κατά την διάρκεια των περιπετειών του τραυματίζεται και τον μεταφέρουν πάλι πίσω στο σπίτι του όπου τον φροντίζουν η ανιψιά και η οικονόμος του. Του λένε πως η στολή εξαφανίστηκε από μαγείας. Λίγο καιρό αργότερα βρίσκει τον γείτονα του Σάντσο Πάντσα και τον πείθει να τον ακολουθήσει με το αντάλλαγμα πως θα του δώσει μερίδιο σε ένα νησί. Ο Δον Κιχώτης είναι ερωτευμένος με μια νεαρή γειτόνισσα του, που από μόνος του την ονομάζει Δουλτσινέα και προσπαθεί να την σώσει γιατί έχει πείσει τον εαυτό του ότι βρίσκεται κάτω από την επήρεια μαγικών. Βεβαίως η Δουλτσινέα δεν γνωρίζει τίποτα από όλα αυτά και δεν εμφανίζεται ποτέ σε κανένα από τα βιβλία. Τα ταξίδια του Δον μαζί με τον πιστό σύντροφο του ξεκινάνε και τις περισσότερες φορές δεν έχουν καλή κατάληξη. Συνήθως γίνονται αντικείμενα χλευασμού και γέλιου κυρίως ο σύντροφος Σάντσα Πάντσα. Προς το τέλος του δεύτερου βιβλίου βλέπουμε πως ο Δον Κιχώτης κατά κάποιο τρόπο βρίσκει τα λογικά του και επιστρέφει μαζί με τον φίλο και συνταξιδιώτη του πίσω στο σπίτι τους.

Τα βιβλία είναι γραμμένα σε επεισόδια και η ιστορία του Δον Κιχώτη έχει γραφτεί πολλές φορές και σε παραμύθια για παιδιά.
Στον πρόλογο του πρώτου μέρους, ο Θερβάντες σημειώνει πως συνέλαβε την ιδέα για το μυθιστόρημα στη φυλακή, πιθανώς αναφερόμενος στις περιόδους που πέρασε στη φυλακή του Κάστρο ντελ Ρίο (1592) ή της Σεβίλλης (1597-8). Ένας τοπικός θρύλος υποστηρίζει πως γράφτηκε σε φυλακή της πόλης Μάντσεγκαν (Manchegan), την περίοδο 1601-3, ωστόσο η μελέτη της βιογραφίας του Θερβάντες δεν επιβεβαιώνει φυλάκιση του εκεί. Σύμφωνα με άλλη πιθανή εκδοχή, ο Θερβάντες εμπνεύστηκε κατά την περίοδο που ήταν αιχμάλωτος στο Αλγέρι (1575-80). Η υπόθεση αυτή στηρίζεται στο γεγονός πως ως φανταστικός συγγραφέας του έργου εμφανίζεται στο κείμενο ο μουσουλμάνος ιστορικός Cide Hamete Benengeli, το οποίο συνδέεται με πιθανή επαφή του Θερβάντες, στο Αλγέρι, με Άραβες και Τούρκους αφηγητές.






                                                                                  Κρασανάκης Γιάννης (α2)



 



ΔΑΒΙΔ ΚΟΠΕΡΦΙΛΝΤ

Ο Ντέιβιντ (Δαβίδ) Κόπερφιλντ σε πρώτο πρόσωπο αφηγείται αναδρομικά τη πολυκύμαντη ζωή του από την τρυφερή παιδική ηλικία, την εφηβεία μέχρι την ενηλικίωση και την περίοδο ωριμότητας. Ο κύριος ήρωας της ιστορίας γεννήθηκε περίπου το 1820 στο Μπλάντερστον, οικισμό κοντά στο παραθαλάσσιο Γκρέιτ Γιάρμουθ. Ο πατέρας του, από τον οποίο πήρε όνομα κι επίθετο, είχε αποβιώσει ήδη έξι μήνες προτού γεννηθεί ο γιος του και η μητέρα του Ντέιβιντ παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τον Έντουαρντ Μέρντστοουν. Ο μικρός Ντέιβιντ όμως δικαιολογημένα έτρεφε αισθήματα αντιπάθειας προς τον πατριό του, ο οποίος επέμενε στην αυστηρή διαπαιδαγώγησή του, διακόπτοντας έτσι την τρυφερή σχέση του παιδιού με τη μητέρα του. Η τελευταία, φύσει συναισθηματικός αλλά αδύναμος χαρακτήρας, υπάκουε πειθήνια στο νέο της σύζυγο, που έφερε σύντομα στο σπίτι την αδελφή του Τζέην, για να βοηθήσει στο νοικοκυριό και στην ανατροφή του παιδιού. Μετά από συνεχείς επιπλήξεις για την ελάχιστη φαινομενικά πρόοδό του στα μαθήματα, ο Ντέιβιντ δάγκωσε τον πατριό του, και εστάλη σύντομα εσωτερικός στο «Σάλεμ Χάουζ», οικοτροφείο του Λονδίνου. Εκεί, παρά τον ανηλεή διευθυντή κ. Κρικλ, δημιουργεί φιλίες με τον Στίβεν Στίρφορθ και τον Τόμυ Τραντλς, πρόσωπα που δρουν και σε επόμενα κεφάλαια.
Επιστρέφοντας στο σπίτι του για τις θερινές διακοπές, αντιλαμβάνεται ότι η μητέρα του είχε γεννήσει ένα αγοράκι, αλλά μέσα στην επόμενη χρονιά πληροφορείται στο σχολείο του για το θάνατο τόσο της μητέρας όσο και του ετεροθαλούς αδελφού του, οπότε επιστρέφει εσπευσμένα στους Μέρντστοουν. Πλέον το μοναδικό στηριγμά του είναι η κυρία Πέγκοτυ, η πιστή οικονόμος της μητέρας του. Ο πατριός του αποφασίζει να τον στείλει εργάτη σε βιοτεχνία-εργοστάσιο, του οποίου ήταν νομικά συνιδιοκτήτης, και το οποίο έδρευε στο Λονδίνο. Ο Κόπερφιλντ λοιπόν αποκτά σε μικρή ηλικία εμπειρία εργασίας υπό άθλιες συνθήκες. Παράλληλα, ο οικοδεσπότης του σπιτιού στο οποίο διαμένει ο Ντέιβιντ, ο κύριος Γουΐλκινς Μικάουμπερ, σε λίγο καιρό συλλαμβάνεται λόγω χρεών και κλείνεται σε ειδική φυλακή για χρεωκοπημένους. Σ' αυτήν θα παραμείνει για αρκετούς μήνες, προτού τελικά αποφασίσει να μετακομίσει στο Πλύμουθ. Ως αποτέλεσμα, ο Ντέιβιντ μένει απροστάτευτος. Αναζητά στη συνέχεια τις τελευταίες ελπίδες του στο μοναδικό εναπομείνατα συγγενή του, την εκκεντρική θεία του πατέρα του, Μπέτσι Τρότγουντ, οπότε πεζός ταξιδεύει ως το Ντόβερ, έχοντας δραπετεύσει από το χώρο εργασίας του.
Στο Ντόβερ βρίσκει καταφύγιο στην προαναφερθείσα θεία του, η οποία αναλαμβάνει να τον αναθρέψει, παρά την απόπειρα του Έντουαρντ Μέρντστοουν να αναλάβει εκ νέου την κηδεμονία του. Όχι μόνο τον υιοθετεί, αλλά του δίνει και το επίθετό της (Τρότγουντ). Φροντίζει να τον στείλει σε αξιόλογο σχολείο στην Καντερβουρία, όπου και εγκαθιστά τον κηδεμονευόμενό της στο σπίτι του χήρου δικηγόρου της Γουΐκφιλντ, που ζει με τη μονάκριβη κόρη του Αγνή.
Η ιστορία συνεχίζεται ακολουθώντας τον έφηβο Ντέιβιντ που ενηλικιώνεται και συνεχίζει τη ζωή του, στην οποία «μπαίνουν» και «βγαίνουν» γνώριμα σ' αυτόν πρόσωπα, όπως για παράδειγμα η οικογένεια της Πέγκοτυ (η μικρή ορφανή Έμιλυ, ο καπετάνιος Πέγκοτυ, ο ανηψιός του Χαμ). Η παιδική φίλη του Κόπερφιλντ Έμιλυ, αν και αρραβωνιάστηκε με το Χαμ, αποπλανήθηκε από τον Στίρφορντ, χαρισματικό χαρακτήρα που ελκύει τον Ντέιβιντ από μικρό. Η τραγική αυτή ιστορία κλονίζει τον Ντέιβιντ, που όμως βρίσκει στο πρόσωπο της Αγνής μια έμπιστη φίλη (το «φύλακα άγγελό» του, όπως τη χαρακτηρίζει). Ταυτόχρονα, συναντά σε διάφορες περιστάσεις τον κ.Μικάουμπερ, αλλά και τον Άρια Χιπ, ύπουλο υπάλληλο του δικηγορικού γραφείου του Γουΐκφιλντ. Τα παραπτώματα του τελευταίου αποκαλύπτονται χάρη στην παρέμβαση του Μικάουμπερ, του οποίου η οικονομική αδεξιότητα και αφερεγγυότητα είναι προφανής, αλλά ο αφηγητής την παρουσιάζει με κατανόηση.
Στη ζωή του μάλιστα εισέρχεται η Ντόρα Σπένλοου, αξιολάτρευτη αλλά και αφελής γυναίκα, την οποία παντρεύεται, για να πεθάνει σε λίγους μήνες έπειτα από μακρά αρρώστια. Οι Μικάουμπερ και οι Πέγκοτυ μετακομίζουν στην Αυστραλία, όπου βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο για την υπόλοιπη ζωή τους. Ο Κόπερφιλντ δείχνει κλίση προς τη λογοτεχνία και αποκτά κύρος και ταξιδεύει στο εξωτερικό. Ύστερα από σοβαρή ενδοσκόπηση, αναγνωρίζει ότι η Αγνή είναι το πρόσωπο με το οποίο άγγιζε ανέκαθεν την ευτυχία. Επιστρέφει στην Αγγλία για να παντρευτεί την αγαπημένη του Αγνή, που δίνει σ' αυτόν την αληθινή ψυχική χαρά. Αποκτούν μαζί τρία παιδιά και την επιδιωκόμενη οικογενειακή γαλήνη.
Μαρία Χατζηπαναγιώτου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου