Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

To δικό μου παραμυθι, Eιρήνη Γρηγοράκη




MΙΑ «ΠΑΓΩΜΕΝΗ» ΦΙΛΙΑ

Κάποτε ήταν ένα μικρό αγόρι , ο Χάρης, που ήταν πάντα φιλικός και χαρούμενος με όλους. Είχε αρκετούς φίλους , οι οποίοι τον θαύμαζαν για το χιούμορ του και την καλή του διάθεση .
Πλησίαζαν Χριστούγεννα και το άσπρο πέπλο είχε σιγά σιγά αρχίσει να σκεπάζει το πανέμορφο χωριό του. Τα παιδιά μαζί με το Χάρη βγήκαν έξω πολύ καλά ντυμένοι με κασκόλ , σκουφάκια , γάντια και χοντρά μπουφάν. Σκοπός τους ήταν το παιχνίδι , έτρεχαν πάνω κάτω και ο παγωμένος αέρας χτυπούσε τα κατακόκκινα πρόσωπά τους . Ο καθένας έπλασε με το χιόνι μια μικρή μπάλα και άρχισαν τον χιονοπόλεμο....
Άρχισε να βραδιάζει . Τα παιδιά δεν θα συναντιόταν ξανά την περίοδο των Χριστουγέννων . Όλοι θα πήγαιναν διακοπές με τις οικογένειές τους. Όλοι εκτός από τον Χάρη , ο οποίος συνειδητοποίησε ότι θα περάσει τις γιορτές χωρίς τους φίλους του.
Επέστρεψε σπίτι του , κάθισε στο αναμμένο τζάκι με ένα ποτήρι ζεστή σοκολάτα για συντροφιά , δεν άντεχε την μοναξιά. Ξαφνικά του ΄ρθε μια ιδέα. Πήγε πήρε ένα κασκόλ , ένα καρότο και δυο ξερά κλαδιά . Θα έφτιαχνε ένα χιονάνθρωπο ή ένα κολλητό φίλο , όπως τον αποκαλούσε πλέον. Μάζεψε χιόνι μέσα σε ένα μεγάλο κουβά και άρχισε να πλάθει τον καινούργιο του φίλο. Μόλις τελείωσε του έβαλε το καρότο για μύτη τα κλαδιά ως χέρια  , τύλιξε το κασκόλ γύρω από το λαιμό του και τέλος πρόσθεσε μερικά πετραδάκια για στόμα και μάτια.
Τελείωσε επιτέλους, αλλά ήταν και πάλι μόνος . Απογοητευμένος γυρνάει σπίτι .Κάθισε σε ένα παράθυρο με θέα το «φίλο» του. Συνειδητοποίησε ότι εκείνη τη στιγμή έπεφτε ένα αστέρι. Έσφιξε γρήγορα τα ματιά του και ευχήθηκε αυτό που ήθελε πιο πολύ: να ζωντανέψει ο φίλος του.
Την επόμενη μέρα μόλις ξημέρωσε ο Χάρης ντύθηκε γρήγορα και τρέχοντας έφτασε στην αυλή για να δει να πραγματοποιήθηκε η ευχή του. Πλησίασε τον χιονάνθρωπο αλλά με λύπη του δεν είδε καμία αλλαγή. Γύρισε την πλάτη του με σκοπό να επιστρέψει στο σπίτι του και άκουσε κάποιον να τον φωνάζει . Γύρισε και αντίκρισε το «φίλο» του ολοζώντανο .
«Μα πώς;» , άρχισε να αναρωτιέται και να χοροπηδάει ενθουσιασμένος πάνω κατά από τη χαρά του.
«Θα σε φωνάζω Τζακ, ελπίζω να σου αρέσει » είπε ο Χάρης
«Ναι , είναι πολύ ωραίο , σε ευχαριστώ » του απάντησε ο παγωμένος φίλος του.
Πέρασαν πολλές μέρες μαζί , Χριστούγεννα , Πρωτοχρονιά ,μέχρι που ο ήλιος έκανε κάποια στιγμή την εμφάνισή του. Οι δυο φίλοι άρχισαν να ανησυχούν.
«Τι θα απογίνει η φιλία μας ;» ρώτησε ο Χάρης λυπημένος
«Δεν ξέρω . Είμαι και εγώ πολύ αναστατωμένος» απάντησε ο Τζακ.
«Το βρήκα » είπε ο Χάρης «θα πάρω ένα κομμάτι σου , θα το φυλάξω στην κατάψυξη και του χρόνου με αυτό το κομμάτι θα σε ξαναφτιάξω»
«Υπέροχη ιδέα , Χάρη . Τώρα ήρθε η ώρα να πούμε αντίο» απάντησε ο Τζακ.
«Θα σε θυμάμαι για πάντα»  είπε ο Χάρης βλέποντας το φίλο του να αργολιώνει.
Ο Χάρης πήρε το κομμάτι και το έβαλε στην κατάψυξη . Περίμενε πλέον τα επόμενα Χριστούγεννα σίγουρος  ότι θα ξαναδεί τον παγωμένο φίλο του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου